αντιπροίκι

αντιπροίκι
το
-ιού, δώρο του γαμπρού στη νύφη πριν από το γάμο: Φόρτωσαν στα μουλάρια προικιά κι αντιπροίκια.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αντιπροίκι — το (Μ ἀντιπροίκι) προγαμιαία δωρεά του γαμπρού προς τους γονείς της νύφης, ως αντάλλαγμα για την προίκα που θα πάρει («συ που χεις κάλλη για προικιά και χάρες γι αντιπροίκια», Γρυπάρης) νεοελλ. 1. δώρο ή δωρεά του γαμπρού προς τη νύφη πριν από… …   Dictionary of Greek

  • αντιπροικοσύμφωνο — το το συμβόλαιο με το οποίο δινόταν το αντιπροίκι …   Dictionary of Greek

  • αντίφερνα — Δώρα του γαμπρού προς τη νύφη σε ανταπόδοση για την προίκα, αντιπροίκι(αντί + φερνής = αντί προίκας). Τα α. αναφέρονται στον Κώδικα του Ιουστινιανού και στις Νεαρές του ίδιου και του Λέοντα. Αποτελούσαν μορφή προγαμιαίας δωρεάς. Ανάλογη δωρεά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”